- ἐναλίων
- ἐνάλιοςinfem gen plἐνάλιοςinmasc/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Dokos — (Δοκός) Satelliten Foto mit Dokos (unteres Drittel, mittig) Gewässer Mittelmeer … Deutsch Wikipedia
Katákolo — Κατάκολο Katákolo … Wikipedia Español
Feiá — Φειᾷ Feiá Poblado de la Antigua Grecia Datos generales Ubicación … Wikipedia Español
Elpida Hadjidaki-Marder — (griechisch Ελπίδα Χατζηδάκη Elpida Chatzidaki; * 1948) ist eine griechische Unterwasserarchäologin. Sie gilt als einer der Pioniere der Meeresarchäologie im Mittelmeer. Ihre zwei bedeutendsten Entdeckungen sind die antike Hafen und… … Deutsch Wikipedia
αρχαιολογία — Η επιστήμη που μελετά την αρχαιότητα μέσα από όλα τα μνημεία και τα υλικά κατάλοιπά της. Η α. επιδιώκει να αποκαταστήσει τις διάφορες εκδηλώσεις του αρχαίου κόσμου, αφήνοντας κατά μέρος όμως τις μαρτυρίες, που ανήκουν στη σφαίρα αρμοδιότητας της… … Dictionary of Greek
ενάλιος — α, ο (AM ἐνάλιος, α, ον και ἐνάλιος, ον Α επικ. και λυρικ. τ. εἰνάλιος, α, ον και ος, ον) αυτός που βρίσκεται ή ζει στη θάλασσα, θαλάσσιος, θαλασσινός (α. «ἐναλίων πόρων», Αισχ. β. «ἐνάλιος λεώς» οι ναυτικοί, Σοφ. γ. «Νηρέος εἰναλίοι τε κόραι» οι … Dictionary of Greek
υπεκσώζω — Α σώζω κάποιον αποσύροντάς τον μακριά από κάτι («φίλους δ ὑπεκσῴζοιεν ἐναλίων πόρων», Αισχύλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + ἐκσῴζω «διασώζω, διατηρώ σε ασφάλεια κάποιον ή κάτι»] … Dictionary of Greek